- ευγονισμός
- οθεωρία που υποστηρίζει την προγραμματισμένη διατήρηση και τον εξευγενισμό μιας φυλής και γενικά τού ανθρώπινου γένους με την υπόδειξη μέτρων για τη βελτίωση τών σωματικών ιδιοτήτων μιας φυλής.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. eugenism < ελλ. ευγενής)].
Dictionary of Greek. 2013.